Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

Ύδρευση του Ρεθύμνου από το Φράγμα των Ποταμών

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΙΚΗΣ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗΣ                                                                                   ΣΕ ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΡΕΘΕΜΝΟΣ

Ύδρευση του Ρεθύμνου από το Φράγμα των Ποταμών           Τρίτη 11 Μαρτίου 2014 / 10:00 



Διυλιστήριο της ΔΕΥΑΡ για την εκμετάλλευση του νερού
 Μ. Μανουσογιάννης: «Κριτήριο του σχεδιασμού η ασφαλής ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών και όχι η κερδοσκοπική εκμετάλλευση του νερού»


Σε κατασκευή και λειτουργία διυλιστηρίου στην περιοχή του Τσεσμέ για την εκμετάλλευση του νερού του Φράγματος των Ποταμών εντός του έτους στοχεύει η ΔΕΥΑΡ, προκειμένου αυτό να εξυπηρετεί τις ανάγκες του δήμου Ρεθύμνης. Το διυλιστήριο αυτό πρόκειται να δώσει λύση στο πρόβλημα της υδροδότησης του Ρεθύμνου, ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες που οι απαιτήσεις σε νερό είναι πολύ μεγαλύτερες. Τις απόψεις της «Λαϊκής Συσπείρωσης» για το συγκεκριμένο θέμα εξέφρασε στο «Ρ» ο επικεφαλής της Μανούσος Μανουσογιάννης.


Η ΔΕΥΑΡ αυτή τη στιγμή διαπραγματεύεται την αγορά οικοπέδου σε μια περιοχή ανάμεσα στο Άδελε και τον Πλατανιά, συγκεκριμένα στον Τσεσμέ, έτσι ώστε εκεί να τοποθετηθούν οι εγκαταστάσεις για την αξιοποίηση του νερού από το Φράγμα των Ποταμών, την επεξεργασία του και τη μετατροπή του σε πόσιμο.
Ο πρόεδρος της ΔΕΥΑΡ, Άγγελος Μαλάς, μιλώντας στο «Ρ» για το συγκεκριμένο ζήτημα, ανέφερε χαρακτηριστικά: «Είμαστε στο τελικό στάδιο για να κάνουμε την αγορά του οικοπέδου, απλά υπάρχουν κάποια θέματα γραφειοκρατικά τα οποία μας καθυστερούν. Η συγκεκριμένη εγκατάσταση θα έχει τη δυνατότητα να διυλίζει νερό απευθείας από το Φράγμα των Ποταμών και να το δίνει για κατανάλωση. Προς το παρόν, περισσότερο θα καλύπτει ανάγκες της πόλης, επειδή επικοινωνεί με τον Πλατανιά, αλλά και της ευρύτερης περιοχής της παραλιακής ζώνης της δημοτικής ενότητας Αρκαδίου και με παρεμβάσεις μπορεί να φτάσει μέχρι περίπου τη Σκαλέτα. Υπολογίζουμε, μάλιστα, ότι το κόστος θα είναι γύρω στις 600-700 χιλιάδες ευρώ».
Όσον αφορά στο πότε θα ξεκινήσει η κατασκευή, πότε θα τεθεί σε λειτουργία το διυλιστήριο και αν το νερό τελικά θα είναι πόσιμο, ο κ. Μαλάς τόνισε ότι «θεωρούμε ότι το επόμενο διάστημα θα ξεκινήσει η κατασκευή και θέλουμε να πιστεύουμε ότι αυτή τη χρονιά θα το έχουμε σε λειτουργία. Είναι ένα στοίχημα λίγο δύσκολο, αλλά το παλεύουμε. Θέλουμε, τουλάχιστον, να προλάβουμε ένα κομμάτι του καλοκαιριού που υπάρχουν αυξημένες απαιτήσεις. Το μεγάλο βήμα είναι αυτό, γιατί αυτό θα καλύψει πάρα πολλές ανάγκες, θα δώσει εφεδρικά σενάρια υδροδότησης της πόλης και θα μας βγάλει και από το άγχος του αν γίνει μία διακοπή από πού θα υδροδοτηθεί το συγκεκριμένο τμήμα. Το νερό αυτό τώρα είναι αρδευτικό και με τη διαδικασία της επεξεργασίας γίνεται πόσιμο και θα πάρει βέβαια όλες τις νόμιμες αδειοδοτήσεις, μόλις γίνει κανονικά η εγκατάσταση».
Για το θέμα αυτό ήρθαμε σε επικοινωνία με τον επικεφαλής της «Λαϊκής Συσπείρωσης Ρεθύμνου» Μανούσο Μανουσογιάννη, για να μας εκφράσει τις απόψεις της παράταξής του.
Χαρακτηριστικά ανέφερε στο «Ρ»: «Φέτος, λόγω της λειψυδρίας και της αύξησης της τουριστικής κίνησης η υπόθεση της κάλυψης των αναγκών υδροδότησης του Δήμου έγινε εφιαλτική. Αυτή όμως η εξέλιξη δεν είναι τυχαία. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο είναι προσχεδιασμένη. Συστατικό στοιχείο της πολιτικής εμπορευματοποίησης του νερού και τέτοια είναι η πολιτική της ΕΕ, των κυβερνήσεων και των φορέων που το διαχειρίζονται (όπως η ΔΕΥΑΡ) είναι η σκόπιμη παραμέληση για την έγκαιρη εξασφάλιση εφεδρικών υδατικών αποθεμάτων, που θα καλύψουν τις ανάγκες σε περιόδους λειψυδρίας, που έτσι κι αλλιώς είναι αναπόφευκτο να υπάρξουν. Οι επενδύσεις σε τέτοια έργα δεν φέρνουν, προς το παρόν τουλάχιστον, σπουδαία κέρδη και γι’ αυτό παραμελούνται. Το κυριότερο όμως είναι ότι η λειψυδρία αξιοποιείται για να ανέβουν οι τιμές του νερού, να δικαιολογηθεί η ακρίβεια του. “Δικαιολογείται” η υποβάθμιση της ποιότητας του νερού με συνέπειες στην υγεία των λαϊκών στρωμάτων. Δημιουργούνται σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα από την υπεράντληση, “προγραμματίζονται” βεβιασμένα έργα αμφισβητούμενης αποτελεσματικότητας, από τα οποία κερδίζουν διάφορα επιχειρηματικά συμφέροντα. Για την εφιαλτική λοιπόν κατάσταση, που δυστυχώς φαίνεται πως θα συνεχιστεί και το 2014, δεν φταίει “ο κακός μας ο καιρός”. Υπάρχουν συγκεκριμένες πολιτικές ευθύνες».

Όσον αφορά στην αξιοποίηση του νερού του Φράγματος των Ποταμών από την ΔΕΑΥΡ, ο κ. Μανουσογιάννης σημείωσε πως «πρόσφατα λέγαμε σε ανακοίνωσή μας ότι τόσα χρόνια δεν έχει αξιοποιηθεί το Φράγμα των Ποταμών και η απάντηση της ΔΕΥΑΡ ήταν ότι δεν ήταν δική της ευθύνη αλλά του ΟΑΔΥΚ. Τώρα, αφού “ο κόμπος έφτασε στο χτένι”, βιάζεται η ίδια να το αξιοποιήσει. Εμείς και αυτές τις παλινωδίες τις θεωρούμε μέρος της συνειδητής πολιτικής εμπορευματοποίησης του νερού». Πάνω σε αυτό συμπλήρωσε: «Στον αντίποδα αυτής της πολιτικής και στα πλαίσια του άλλου δρόμου ανάπτυξης προτείνουμε στο λαό ένα ενιαίο δημόσιο φορέα με διάρθρωση ανά υδατικό διαμέρισμα, που θα διαχειρίζεται, θα προφυλάσσει και θα εμπλουτίζει με σύγχρονες μεθόδους τα υδατικά αποθέματα για να ικανοποιούνται και οι λαϊκές ανάγκες και οι ανάγκες της οικονομικής δραστηριότητας».
Για το θέμα του διυλιστήριου της ΔΕΥΑΡ ο κ Μανουσογιάννης διατύπωσε σοβαρές επιφυλάξεις επισημαίνοντας: «Αρχικά η ΔΕΥΑΡ είχε μιλήσει για ταχυδιυλιστήριο. Όμως, όπως επισημαίνουν όλοι οι ειδικοί επιστήμονες που ρωτήσαμε, οι χημικές αναλύσεις του νερού του Φράγματος δείχνουν πως με ταχυδιυλιστήριο το νερό δεν θα γίνει κατάλληλο για ύδρευση. Από τις περιγραφές, την ταχύτητα εγκατάστασης, το κόστος, οι σχετικοί με το ζήτημα αντιλαμβάνονται αμέσως ότι μιλάνε για διυλιστήριο και εννοούν και σχεδιάζουν ταχυδιυλιστήριο, που όπως είπαμε δεν ενδείκνυται. Σε αυτό το ζήτημα των τεχνικών προδιαγραφών και των εγγυήσεων για την ποιότητα του συγκεκριμένου νερού δεν έχουμε καμία πειστική απάντηση. Το να εξηγούμε γιατί στον Πλατανιά κι όχι κάπου αλλού είναι απλά άλλη μια στρεψοδικία. Έχουμε ζητήσει συνάντηση με τους ιθύνοντες της ΔΕΥΑΡ για πιο σαφή και ολοκληρωμένη ενημέρωση. Είναι, πάντως, γεγονός ότι πάμε εντελώς ανοχύρωτοι σε μια δεύτερη χρονιά και λειψυδρίας και τουριστικής έξαρσης. Οι πολιτικές ευθύνες είναι φανερές και αναμφισβήτητες. Φοβούμαστε ότι κάτω από το βάρος αυτών των ευθυνών γίνονται βεβιασμένες κινήσεις, που θα τις πληρώσει όπως πάντα η λαϊκή οικογένεια και το περιβάλλον. Αυτό προσπαθούμε στο μέτρο του δυνατού να προλάβουμε».
Μαρία Ιερωνυμάκη